Description
To βιβλίο του Βάλτερ Πούχνερ, «Το 1821 και το θέατρο. Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση», δίνει μια συνολική εικόνα της τύχης του ηρωικού έπους και των πρωταγωνιστών του στο ευρωπαϊκό και ελληνικό θέατρο, έως τις αρχές του 21ου αιώνα.
Βασίζεται σε πολυετείς έρευνες σε ευρωπαϊκές και ελληνικές βιβλιοθήκες και αρχεία, καθώς και σε αρκετές προεργασίες. Χωρίζεται βασικά σε τρία μέρη:
1) την εξιστόρηση της εμπλοκής του θεάτρου στην προπαρασκευαστική φάση του Αγώνα και τη συμμετοχή των ερασιτεχνών ηθοποιών των ελληνικών σκηνών στο Βουκουρέστι, το Ιάσιο και την Οδησσό, ως μαχητών της ελευθερίας στις πρώτες φάσεις του Αγώνα στη Μολδαβίαˑ
2) αναλύει παραδείγματα από την ευρωπαϊκή δραματουργία του Φιλελληνισμού κατά τη διάρκεια του Αγώνα και έπειταˑ
3) περιγράφει την ελληνική δραματουργία με θέμα το ’21, από την αρχή του πατριωτικού δράματος (τον «Νικήρατο» της Ευανθίας Καΐρη το 1826) μέσω των ποιητικών τραγωδιών ενός Παν. Σούτσου και τη μαζική δραματογραφία των πανεπιστημιακών δραματικών αγώνων, έως τις πρώτες προσπάθειες απομυθοποίησης των γεγονότων του Αγώνα στον 20ό αιώνα.
Οι αναλύσεις περιλαμβάνουν και προδρομικές μορφές, όπως τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και τον Ρήγα Βελεστινλή, και σημαίνουσες προσωπικότητες μετά τον Αγώνα, όπως τον Καποδίστρια. Η θεματογραφία του ’21 παρακολουθείται και στις ηρωικές παραστάσεις του Καραγκιόζη και τις θεατρικές εκδηλώσεις στις σχολικές γιορτές της 25ης Μαρτίου.
Η ιστορική σκαπάνη ανακαλύπτει και σημαντικά ευρήματα, όπως την κρυφή παράσταση του «Κωνσταντίνου Παλαιολόγου» του Ζαμπέλιου στην ίδια την Κωνσταντινούπολη τον χειμώνα του 1820/21. Οι Τούρκοι ανακαλύπτουν την παράσταση, ηθοποιοί και θεατές κατορθώνουν να διαφύγουν, αλλά ο ιδιοκτήτης της αίθουσας, φαρμακοποιός από το Πέραν, αποκεφαλίζεται μπροστά από το μαγαζί του.
ISBN : 978-618-84632-8-8 Α΄ Έκδοση Σεπτέμβριος 2020
ΣΕΛΙΔΕΣ: 530, ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ: 17cm Χ 24cm
ΛΙΑΝΙΚΗ ΤΙΜΗ: 24.00 Ευρώ με Φ.Π.Α.
ΣΥΓΓΡΑΦEΑΣ: Walter Puchner
Ο Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε στη Βιέννη. Σπούδασε Επιστήμη του Θεάτρου (Θεατρολογία) στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και το 1972 απέκτησε τον τίτλο του διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής, με μια εργασία για το νεοελληνικό θέατρο σκιών. Το 1977 ανακηρύχθηκε υφηγητής, στο ίδιο Πανεπιστήμιο, με μια διατριβή για την γέννηση του θεάτρου στον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό. Από τότε έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Δίδαξε επί δώδεκα χρόνια ιστορία θεάτρου στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης. Από το 1989 διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην αρχή στο Τμήμα Φιλολογίας και από το 1991 στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, του οποίου διατελούσε για δύο δεκαετίες (αντι)πρόεδρος. Παράλληλα εξακολουθούσε να διδάσκει Θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και έχει μετακληθεί πολλές φορές ως επισκέπτης καθηγητής σε ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια. Το 1994 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών και το 2001 παρασημοφορήθηκε για τις επιστημονικές του επιδόσεις με τον «Αυστριακό Σταυρό Τιμής για την Επιστήμη και την Τέχνη». Το 2018 ανακηρύχθηκε επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έχει δημοσιεύσει περισσότερο από 120 βιβλία και 500 μελετήματα για θέματα του ελληνικού και βαλκανικού θεάτρου, της συγκριτικής λαογραφίας, των βυζαντινών και νεοελληνικών σπουδών εν γένει, καθώς και της θεωρίας του θεάτρου και του δράματος.
Πρόσφατα βιβλία του ίδιου
Σφαλτά επροπάτου και τυφλά… Μυητική αφήγηση και δραματική ποίηση στον Ερωτόκριτο, Αθήνα, Αρμός 2019, σελ. 336.
Θέσεις και διαθέσεις. Μελέτες για τη θεωρία της σκηνικής τέχνης και την ιστορία της κοινωνικής απήχησής της, Αθήνα, Ηρόδοτος 2019, σελ. 270 (Theatrologica X).
Ο κόμπος και το νήμα. Στα δίχτυα της ιστορικής αναζήτησης. Μελέτες για το θέατρο και τη λογοτεχνία, Aθήνα, Ηρόδοτος, 2018, σελ. 298 (Theatrologica IV).
Αusgewählte Studien zur Theaterwissenschaft Griechenlands und Südosteuropas, Wien, Hollitzer Verlag 2018 (Don Juan Archiv Wien, Ottomania vol. 7), σελ. 726, εικ.
Θέματα συγκριτικής λαογραφίας. Ελλάδα και Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειος και Εύξεινος Πόντος, Θεσσαλονίκη, Κ. & Μ. Αντ. Σταμούλης 2018, σελ. 431.
Greek Theatre between Antiquity and Ιndependence. A History of Reinvention from the Third Century BC to 1830 (assisted by Andrew Walker White), Cambridge University Press 2017, σελ. ΧΙΧ+355.
Performanz und Imagination in der Oralkultur Südosteuropas, Wien/Köln/Weimar, Böhlau-Verlag 2017, σελ. 592, 16 εικ., 2 χάρτες.
Με θέα το θέατρο. Ιστορικές, συγκριτικές και αναστοχαστικές μελέτες, Αθήνα, εκδόσεις Γρηγόρη 2017, σελ. 380.
Θεατρολογική Λαογραφία Β΄. Το παραδοσιακό λαϊκό θέατρο στην Ελλάδα και τη Βαλκανική. Οι πρώτες μορφές του θεάτρου, Αθήνα, Αρμός 2017 (Λαογραφία 14), σελ. 406.
Walter Puchner: «Το 1821 και το θέατρο»
Το 1821 και η Ελληνική Επανάσταση έδωσαν την ευκαιρία σε όλες τις μορφές της τέχνης να αναδείξουν αξιόλογα έργα. Η λογοτεχνία, οι εικαστικές τέχνες, αλλά και το θέατρο, άντλησαν έμπνευση από το κορυφαίο γεγονός όχι μόνο στα χρόνια της μεγάλης έκρηξης, αλλά και στον 20ό αιώνα.
Ο Βάλτερ Πούχνερ, στο βιβλίο του με τον τίτλο Το 1821 και το θέατρο: Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση, διατρέχει το χρονικό διάστημα από τα προεπαναστατικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας σχεδόν, μελετώντας το φαινόμενο σε επτά εκτενή κεφάλαια, στα οποία εξετάζει κάθε μορφή θεάτρου, ελληνικού ή ξένου, συμπεριλαμβανομένου και του Θεάτρου Σκιών και των σχολικών εορτών, αναλύοντας και αξιολογώντας το είδος της εθνικής μας παρουσίας στο κοσμοϊστορικό γεγονός.
Τα Προλεγόμενα του βιβλίου γράφει ο καθ’ ύλην αρμόδιος Διονύσης Μουσμούτης, ο οποίος έχει εμπλουτίσει τη βιβλιογραφία μας, μεταξύ άλλων, και με το μνημειώδες δίτομο έργο Το θέατρο στη Ζάκυνθο του 19ου αιώνα. Ο ερευνητής αναφέρεται στο ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ξεσπάει η Επανάσταση, στην αρνητική στάση των ηγεμονικών ευρωπαϊκών Αυλών, ενώ επιδεικνύουν φιλελληνική στάση οι λαοί. Τέλος, μπαίνει στην ελληνική οπτική των γεγονότων. Επισημαίνεται η προπαρασκευή του Αγώνα μέσα από το θέατρο, η συμβολή των θεατρανθρώπων στα πεδία των μαχών, η σημασία της επικράτησης ενός μικρού λαού έναντι μιας αυτοκρατορίας, τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων, η σημασία του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και των μεταφράσεων ξένων έργων στην Ελλάδα για την παιδεία του Έθνους και την εθνική αφύπνιση, τονίζεται το γεγονός ότι μέσα στην Επανάσταση γίνονται εθνοσυνελεύσεις με δημοκρατικό τρόπο, καθώς και η σημασία της γυναικείας παρουσίας στον Αγώνα – Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους, Ευανθία Καΐρη.
Ο Πούχνερ θα μας ενημερώσει για τον τελεσφόρο ρόλο του θεάτρου στην προπαρασκευή του Αγώνα, στην εθνική αφύπνιση και την αναπτέρωση του αισθήματος του πατριωτισμού. Παράλληλα, θα αναφερθεί στις δράσεις που έγιναν στο εξωτερικό υπέρ των Ελλήνων, όπου μέσα σε ένα πνεύμα οριενταλισμού και εξωτισμού γεννήθηκε ο φιλελληνισμός, που ξεκινούσε από τον ουμανισμό, επεκτεινόταν στην πάλη ανάμεσα σε χριστιανισμό και μωαμεθανισμό, αλλά και στη συμπάθεια προς έναν αγωνιζόμενο λαό κόντρα στις ευρωπαϊκές ολιγαρχίες.
Η εικόνα που μας δίνει για το θέατρο στο εκτενές πόνημά του είναι σφαιρική. Το θέατρο ξεκίνησε από τα Επτάνησα. Η Ελληνική Επανάσταση πέρασε στο ευρωπαϊκό θέατρο και επεκτάθηκε στις πόλεις Βουκουρέστι, Ιάσιο, Οδησσό, Αθήνα. Στην Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Σουηδία. Αναλύει έργα και αναδεικνύει προσωπικότητες του θεάτρου, τις προσωπικότητες των Ευανθίας Καΐρη, Π. Σούτσου, Ι.Ρ. Ραγκαβή, Ι.Ρ. Νερουλού, Θ. Αλκαίου, ενώ στον 20ό αι. ανάμεσα στους συγγραφείς που εμπνεύστηκαν από τον μύθο του ’21 εμφανίστηκαν και οι απομυθοποιητές Βασίλης Ρώτας και Βασίλης Ζιώγας.
Ο συγγραφέας θεωρεί ότι κακώς έχουν μείνει έξω από τον ερευνητικό φακό τα έργα του Θεάτρου Σκιών, με παράδειγμα δραματουργικής πνοής τον Κατσαντώνη του Αντ. Μόλλα.
Οπωσδήποτε στη δραματουργία του ’21, λέει ο Πούχνερ, εντάσσονται έργα προεπαναστατικά και μετεπαναστατικά, τα οποία συνδέονται με πρόσωπα όπως ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Ρήγας Βελεστινλής και ο Ιωάννης Καποδίστριας. Σε όλα γίνεται εκτενής αναφορά, μελέτη και αξιολόγηση.
Ο Πούχνερ θα μας ενημερώσει για τον τελεσφόρο ρόλο του θεάτρου στην προπαρασκευή του Αγώνα, στην εθνική αφύπνιση και την αναπτέρωση του αισθήματος του πατριωτισμού.
Ο εξονυχιστικός ερευνητής θα παραθέσει πληροφορίες πολιτικού και θρησκευτικού χαρακτήρα, που περνούν μέσα από το θέατρο και φανερώνουν τους στόχους διείσδυσης της Ευρώπης στη Μέση Ανατολή. Παραστάσεις δόθηκαν στη Γαλλική Πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης. Σημαντικότατο είναι το παράδειγμα του 1623, όταν ο μικρός γιος του Γάλλου πρέσβη De Césy έπαιξε, σε άπταιστα ελληνικά, σε έργο με εμφανή τα γεωπολιτικά παιχνίδια των Μεγάλων Δυνάμεων στην περιοχή, στην ιησουιτική εκκλησία του Αγίου Βενεδίκτου στον Γαλατά, με πλήθος Ελλήνων στο ακροατήριο. Παρόμοια είναι η παράσταση των Περσών του Αισχύλου στη Ζάκυνθο από τη φρουρά του Κάστρου, ως το ανάλογο της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου του 1571, με τον Juan d’Austria επικεφαλής των χριστιανικών δυνάμεων θριαμβευτή. Στην Οδησσό, στο Βουκουρέστι, στην Αυλή της Αυθεντικής Ακαδημίας του ηγεμόνα Καρατζά, ανεβαίνουν έργα που είχαν θέμα την τυραννοκτονία και οι ηθοποιοί αντιμετωπίζονταν σαν εθνικοί ήρωες.
Ο συγγραφέας θα αναφερθεί με λεπτομέρειες στα έργα, πού και πότε παίχτηκαν, ποια είναι η υπόθεση, θα δώσει στοιχεία της παράστασης και τον αντίκτυπό τους στα ελληνικά σχολεία. Θα αναφέρει τα κέντρα: Ιάσιο, Κυδωνίες, Τεργέστη, Άργος. Θα τονίσει ότι η Ελλάς του Σέλεϊ είναι μίμηση των Περσών του Αισχύλου –όλοι είμαστε Έλληνες φωνάζει ο Άγγλος ποιητής– και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, έργο, ίσως, του Ζαμπέλιου, θα ανεβεί κρυφά με ολέθριες δυστυχώς συνέπειες στην Κωνσταντινούπολη, το 1820.
Οι ηθοποιοί, μας λέει ο Πούχνερ, δεν μάχονται μόνο πάνω στη σκηνή αλλά και στην πρώτη γραμμή του πυρός. Κι εδώ παραθέτει τόπο και χρόνο των μαχών, ονόματα και στρατιωτικό βαθμό των πεσόντων ηθοποιών, όπως στο Δραγατσάνι. Θα σχολιάσει τον ενθουσιασμό των θεατών που «ήθελε να διεγείρει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης», γιατί είχε αντιληφθεί τη δύναμη του θεάτρου. Βλέποντας τη μεγάλη δύναμη που ασκούσε το θέατρο στο κοινό, ο Νικήτας Σταματελόπουλος ζήτησε το τζαμί του Αγάπασα για να γίνει θέατρο. Στην Τήνο ανέβηκε ο Φιλοκτήτης, ο Μάρκος Μπότσαρης και ο «Μεγακλής» –από τα δράμα Ολύμπια του Μεταστασίου που μετέφρασε ο Ρήγας–, ενώ η Ευανθία Καΐρη, μικρή αδελφή του Θεόφιλου, έγραψε τον Νικήρατον τρεις μήνες μετά την ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου, το πρώτο πατριωτικό δράμα. Στη Νάξο απήγγελλαν Όμηρο, στη Σάμο ανέβασαν την Πολυξένη του Ι.Ρ. Νερουλού. Όλα αυτά παίχτηκαν κατά τη διάρκεια του Αγώνα, αποδεικνύοντας ότι το θέατρο ήταν πολιτικοποιημένο, αν και κάποιοι, λανθασμένα, θέλουν να υποστηρίζουν το αντίθετο.
Ο Βάλτερ Πούχνερ θα μιλήσει για τα ιστορικά γεγονότα, τον φιλελληνισμό, καθώς και άγνωστους φιλέλληνες δημιουργούς. Ακόμα, θα μπει στα ενδότερα του θεάτρου, θα περιγράψει σκηνικά και κοστούμια, θα αναλύσει τα έργα – και από την ύψιστη μυθοποίηση, με τις υπερβολές και τον υψιπετή στόμφο, θα φτάσει στην απομυθοποίηση.
Πολύ μεγάλη και ιδιαζόντως ενδιαφέρουσα είναι η συγκριτική μελέτη των έργων των Θεοτικά, Καζαντζάκη και Φλώρου, που έχουν θέμα τους τον Καποδίστρια.
Το βιβλίο είναι θησαυρός. Η βιβλιογραφία πλούσια, ο υπομνηματισμός συχνός, οι πληροφορίες αμέτρητες και, εν πολλοίς, άγνωστες, η αφήγηση απολαυστική, συναρπαστική είτε για την ιστορία πρόκειται είτε για την υπόθεση. Στο εξώφυλλο δυο ωραίοι μεταμοντέρνοι φουστανελάδες, σε νεοκλασικό σαλόνι, μας κοιτάζουν με νόημα, από τον χρόνο της ιστορίας και της φωτογραφίας.
Το 1821 και το θέατρο
Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση
Walter Puchner
Εκδόσεις Όταν
σ. 530
ISBN: 978-618-84632-8-8
Τιμή: 24,00€
Walter Puchner: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Ο Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε στη Βιέννη. Σπούδασε Επιστήμη του Θεάτρου (Θεατρολογία) στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και το 1972 απέκτησε τον τίτλο του διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής, με μια εργασία για το νεοελληνικό θέατρο σκιών. Το 1977 ανακηρύχθηκε υφηγητής, στο ίδιο Πανεπιστήμιο, με μια διατριβή για τη γέννηση του θεάτρου στον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό. Από τότε έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Δίδαξε επί δώδεκα χρόνια Ιστορία θεάτρου στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης. Από το 1989 διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην αρχή στο Τμήμα Φιλολογίας και από το 1991 στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, του οποίου διατελούσε για δύο δεκαετίες (αντι)πρόεδρος. Παράλληλα, εξακολουθούσε να διδάσκει Θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και έχει μετακληθεί πολλές φορές ως επισκέπτης καθηγητής σε ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια. Το 1994 εξελέγη αντεπιστέλλον μέλος της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών και το 2001 παρασημοφορήθηκε για τις επιστημονικές του επιδόσεις με τον Αυστριακό Σταυρό Τιμής για την Επιστήμη και την Τέχνη. Το 2018 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 2019 επίτιμος διδάκτορας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Έχει δημοσιεύσει 125 βιβλία και 550 μελετήματα για θέματα του ελληνικού και βαλκανικού θεάτρου, της συγκριτικής λαογραφίας, των βυζαντινών και νεοελληνικών σπουδών εν γένει, καθώς και της θεωρίας του θεάτρου και του δράματος. Το βιβλίο του Το 1821 και το θέατρο: Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Όταν, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου Το 1821 και το θέατρο: Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση;
Είναι ένα θέμα που με απασχολούσε διαχρονικά, από την αρχή της επιστημονικής μου σταδιοδρομίας, γιατί το θέατρο του Αγώνα, και ως δραματικό έργο και ως θεατρική παράσταση, είναι ένα από τα σημαντικά κεφάλαια της ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου, που έχει δείξει τις τελευταίες δεκαετίες μια σημαντική ερευνητική δυναμική με πολλά καινούργια αποτελέσματα. Είχα την ευκαιρία να ενημερώσω ένα ευρύτερο κοινό σε τρεις πανηγυρικούς λόγους για την εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου στην αίθουσα τελετών του ΕΚΠΑ: το 1994 με θέμα «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 στο ευρωπαϊκό θέατρο», το 2000 με θέμα «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 στην ελληνική δραματουργία» και το 2006 με θέμα «Ηθοποιοί και αγωνιστές του 1821. Μια ηρωική τυπολογία».
Με το βιβλίο σας δίνετε μια συνολική εικόνα της τύχης του ηρωικού έπους και των πρωταγωνιστών του στο ελληνικό θέατρο από την εποχή του Αγώνα έως τις μέρες μας. Από πότε αρχίζει η έρευνά σας σε ευρωπαϊκές και ελληνικές βιβλιοθήκες και αρχεία;
Τα στάδια της έρευνας αυτής, με τα εκάστοτε νέα ευρήματα, δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς σε διάφορες μελέτες, αλλά το θέμα απασχόλησε και ορισμένα μαθήματα και σεμινάρια στο Πανεπιστήμιο, όπου εκπόνησαν προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές σχετικές εργασίες. Ως προς τις αναλύσεις επιλεγμένων έργων από τη σχετική δραματουργία, είχα εκπονήσει σχετικές μονογραφίες για τις τρεις γυναίκες δραματουργούς κατά το 1821, για τον Παναγιώτη Σούτσο, τον Βασίλη Ρώτα, τον Βασίλη Ζιώγα και τον Δημήτρη Δημητριάδη. Επίσης, είχα (επαν)εκδώσει δραματικά κείμενα, όπως τον Νικήρατο της Ευανθίας Καΐρη (1826), τον Γεώργιο Καραϊσκάκη (1842) και τον Ευθύμιο Βλαχάβα (1851) του Παν. Σούτσου, την Άλωσιν των Ψαρών και τον Μάρκο Μπότσαρη του Θεόδωρου Αλκαίου (προ του 1829), το Αρμόδιος και Αριστογείτων του Γεωργίου Λασσάνη (1819) από το χειρόγραφο, αλλά και έργα που εντάσσονται έμμεσα στο ιστορικό κλίμα της εθνικής αφύπνισης της προεπαναστατικής περιόδου, όπως την Ασπασία (1813) και την Πολυξένη (1814) του Ιακωβάκη Ρίζου Νερουλού, καθώς και τα Ολύμπια (1797) του Ρήγα. Η συγκέντρωση της εργογραφίας και βιβλιογραφίας ήταν μια συνεχής απασχόληση πολλών ετών, ένα work in progress, που απαιτούσε έρευνα σε πολλές βιβλιοθήκες, ταξίδια και αυτοψία, καθώς και μια κατάλληλη δικτύωση με ειδικούς μελετητές σε πολλές χώρες. Ειδικά στον τομέα της φιλελληνικής δραματουργίας στο εξωτερικό, μελλοντική έρευνα ενδέχεται να εντοπίσει και άλλα θεατρικά έργα με θέμα το ελληνικό 1821. Παρά ταύτα, θα είναι μεμονωμένα ευρήματα τα οποία δεν αλλάζουν πια την όλη εικόνα αυτής της πτυχής της λογοτεχνίας του φιλελληνικού κινήματος.
Σε πόσα μέρη χωρίζεται το βιβλίο;
Η μονογραφία χωρίζεται σε Προλεγόμενα του Διονύση Μουσμούτη, έναν Πρόλογο, επτά κεφάλαια (με επιμέρους υποκεφάλαια) και έναν Επίλογο. Αναλυτικά: Προεισαγωγικά: Περί Μεθόδων (όπου αναλύεται η διαφορετικότητα των μεθοδολογιών για την ελληνική δραματουργία και τη φιλελληνική δραματουργία σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες)· 2. Εισαγωγικά: Το θέατρο στην Επανάσταση (προπαρασκευαστικός ο ρόλος των ερασιτεχνικών παραστάσεων στο Βουκουρέστι, το Ιάσιο και την Οδησσό, με ηθοποιούς μαχητές και οπλαρχηγούς)· 3. Η Ελληνική Επανάσταση στο ευρωπαϊκό θέατρο (το φιλελληνικό θέατρο ως μέσον υποστήριξης της επαναστατημένης Ελλάδας, η δεκτικότητα της κοινής γνώμης στην Ευρώπη για την υπόθεση του Αγώνα), η εφήμερη φιλελληνική δραματουργία: αναλύονται δύο έργα (Harro Harring, Ο αρνησίθρησκος του Μωρέα, Jos. Bar. Οw, Mesolonghi), περιγράφονται σχετικές παραστάσεις (και πανοράματα και λαϊκό θέατρο) που κινούνται συνήθως στο κλίμα ενός οριενταλικού ρομαντισμού· 4. Η Ελληνική Επανάσταση στην ελληνική δραματουργία (παρακολουθείται η πλούσια σχετική δραματουργία έως τις αρχές του 21ου αιώνα), αναλύονται έργα των εξής δραματουργών: Ο Θεόδωρος Αλκαίος και η λαϊκότροπη πατριωτική τραγωδία του ’21, Ο Παν. Σούτσος και η ποιητική πατριωτική τραγωδία, Οι δρόμοι της απομυθοποίησης: Νικήρατος (1826) της Ε. Καΐρη, Να ζη το Μελοσόγγι (1928) του Βασ. Ρώτα, Το μπουκάλι (1983) του Βασ. Ζιώγα. Ακολουθούν ακόμα τα εξής τρία κεφάλαια: 5. Το θέατρο σκιών και οι πατριωτικές παραστάσεις (με ανάλυση του Κατσαντώνη του Αντ. Μόλλα), 6. Οι εθνικές γιορτές στο σχολείο και 7. Τα πριν και τα μετά την Επανάσταση (για έργα με γεγονότα και πρόσωπα για το 1821 και μετά· συγκεκριμένα για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον Ρήγα Βελεστινλή και τον Καποδίστρια). Ο Επίλογος συζητά το θέμα του ενδεχόμενου τέλους του ιστορικού δράματος, παραθέτει τη συνολική βιβλιογραφία καθώς και λεπτομερειακά ευρετήρια, που διευκολύνουν τη χρήση του τόμου.
Για ποιον λόγο ξεκινάτε την εξιστόρηση από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες;
Η Επανάσταση ξεκίνησε με το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδαβία, κίνημα που κατέρρευσε στη μάχη του Δραγατσανίου τον Ιούνιο του 1821. Ο Υψηλάντης απευθύνει από τον Φεβρουάριο του 1821 εκκλήσεις προς τους συμπατριώτες για τον ξεσηκωμό. Σε αυτά τα κείμενα, που επικαλούνται τα λαμπρά πρότυπα των αρχαίων προγόνων, αναφέρονται ρητά πρόσωπα και γεγονότα, που είχαν παρασταθεί σε θεατρικά έργα στις ερασιτεχνικές σκηνές στο Βουκουρέστι, το Ιάσιο και την Οδησσό από το 1817 έως το 1820. Ελληνικές θεατρικές παραστάσεις δεν υπήρχαν στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα (δηλαδή υπήρχαν, αλλά μόνο στην Κρήτη και τα Επτάνησα, και το 1803 στα Αμπελάκια). Αυτές οι παραστάσεις (με αρχαία θεματολογία) μετατρέπονταν κάθε φορά σε θερμές πατριωτικές εκδηλώσεις. Και από αυτό το γεγονός είναι φανερή η ψυχική προετοιμασία του κόσμου για τον ξεσηκωμό. Στα πεδία της μάχης στο Δραγατσάνι βρέθηκαν αρκετοί ηθοποιοί των παραστάσεων αυτών, έδωσαν τη ζωή τους ή τραυματίστηκαν.
Η γνώση του παρελθόντος είναι το μόνο αντίδοτο που μπορεί να περιορίζει κάπως τη βαναυσότητα του απρόοπτου.
Πώς αγκάλιασαν το θέατρο οι θεατρικοί συγγραφείς;
Το φιλελληνικό θέατρο του εξωτερικού ξεκινά το 1821 και τελειώνει κάπου στα 1830 (με λίγες εξαιρέσεις). Είχε σαφώς στρατευμένο χαρακτήρα υπέρ της ελληνικής υπόθεσης και αποτελεί μέρος μιας γενικότερης κινητοποίησης του κόσμου με ποικίλες πολιτιστικές εκδηλώσεις και εράνους. Τα ίδια τα θεατρικά έργα είχαν εφήμερο χαρακτήρα, συχνά μπέρδευαν και πρόσωπα και γεγονότα· όσα βρήκαν τον δρόμο στη σκηνή είχαν συνήθως μεγάλη προεξοφλημένη επιτυχία λόγω της συμπάθειας που έδειχναν όλες οι κοινωνικές τάξεις για την Ελληνική Επανάσταση. Ωστόσο, σε αντίθεση με την ποίηση, δεν γράφτηκαν σπουδαία έργα· κινούνται συνήθως στο ύφος ενός λαϊκότροπου ρομαντισμού με τον εξωτισμό ανατολικών τοπίων, ενδυμασιών, εθίμων κτλ. Ο Harro Harring μάλιστα ισχυρίστηκε πως το έργο του Der Renegat von Morea είναι έργο του Γεωργίου Λασσάνη, που μετέφρασε δήθεν από τα ελληνικά, ενώ στην πραγματικότητα είναι έργο δικό του.
Μιλήστε μας και για το μετεπαναστατικό θέατρο.
Το μετεπαναστατικό θέατρο, που εμφανίζεται ήδη μέσα στον Αγώνα με τον Νικήρατο της Ευανθίας Καΐρη (1826), συνεχίζει βασικά την παράδοση του προεπαναστατικού, με αρχαιοθεματικά έργα αλλά και με πρόσωπα και γεγονότα του ίδιου του Αγώνα. Μετά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα η σχετική δραματογραφία πολλαπλασιάζεται κυρίως με τους πανεπιστημιακούς αγώνες και τη βράβευση των καλύτερων πατριωτικών δραμάτων. Ο Ιωάννης Ζαμπέλιος έχει γράψει 12 τέτοιες ιστορικές τραγωδίες. Στη θεματογραφία των προσώπων του ’21 κυριαρχούν: Μάρκος Μπότσαρης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αναστάσιος Τσαμαδός, Ιωάννης Μαυρομιχάλης, η έξοδος του Μεσολογγίου, Λόρδος Βύρωνας, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κτλ., αλλά στο πλαίσιο του θεματικού κύκλου του ’21 δραματοποιούνται και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Ρήγας Φεραίος και ο Ιωάννης Καποδίστριας. Αυτή η δραματογραφία συνεχίζεται, με ορισμένα σημάδια απομυθοποίησης και υφολογικής διαφοροποίησης, και κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα.
Πέρα από τη θεματογραφία του ’21, γράφετε και για τις ηρωικές παραστάσεις του Καραγκιόζη. Γιατί ο Καραγκιόζης αγαπήθηκε από τους Έλληνες;
Οι πατριωτικές παραστάσεις του θεάτρου σκιών, με μεγαλύτερες φιγούρες και βεγγαλικά, προέρχονταν πιθανώς από τη λεγόμενη «ηπειρώτικη» παράδοση και εμφανίζονται με καραγκιοζοπαίχτες μετά την απελευθέρωση της νότιας Ηπείρου στη βορειοδυτική Ελλάδα. Οι υποθέσεις γύρω από τους πραγματικούς και επινοημένους ήρωες του ’21 προέρχονται συχνά και από λογοτεχνικά ή θεατρικά έργα. Εκεί ο γνωστός θίασος των κωμικών προσώπων αποτελεί μια δευτερεύουσα υπόθεση δίπλα στην κεντρική ηρωική πλοκή του Αγώνα. Οι πατριωτικές παραστάσεις είναι ιδιαίτερα αγαπητές από τον λαό. Η μεγάλη άνθηση του θεάτρου σκιών στην Ελλάδα γίνεται στη φάση 1900-1930, όταν οι ανατολίτικες φιγούρες του karagöz είχαν πλέον αντικατασταθεί από ελληνικές.
Η θεματογραφία του 1821 διαδόθηκε στα σχολεία και αποτέλεσε τον κορμό των έργων που ανέβαζαν οι εκπαιδευτικοί στις σχολικές γιορτές της 25ης Μαρτίου. Για ποιο λόγο αυτά τα έργα ήταν αγαπητά από τους Έλληνες για πολλά χρόνια;
Στις θεατρικές παραστάσεις των σχολικών επετείων του ’21 κυριαρχούσαν έως το 1980 περίπου το Να ζη το Μελολόγγι του Βασίλη Ρώτα (1928) και ο Παπαφλέσσας του Σπύρου Μελά (παράσταση 1937). Το νατουραλιστικό έργο του Ρώτα μάλιστα ανήκει στο «παιδικό» θέατρό του και βλέπει την Έξοδο από την οπτική γωνία των παιδιών. Για την επιλογή ευθύνονται μάλλον και πρακτικοί λόγοι, που επιβάλλει το σχολικό θέατρο.
Γιατί ακόμη και σήμερα η Επανάσταση του 1821 θεωρείται γεγονός κομβικό και για την Ιστορία της Ελλάδας και της Δύσης;
Η στιγμή της δημιουργίας ενός ανεξάρτητου εθνικού κράτους μετά την εποχή των αυτοκρατοριών ήταν και είναι σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς μια κορυφαία στιγμή της εθνικής μυθιστορίας τους και γιορτάζεται ως ιδρυτική πράξη της αυτοδιοίκητης οντότητάς τους. Η Ελληνική Επανάσταση ήταν η πρώτη ουσιαστική επανάσταση στη νοτιοανατολική Ευρώπη του 19ου αιώνα, που οδήγησε στη συνέχεια, σταδιακά, στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αν και πρέπει να ιδωθεί και σε συνδυασμό με παρόμοιες κινήσεις στην Ισπανία και την Ιταλία, αναγνωριζόταν από την κοινή γνώμη στην Ευρώπη (κληρικούς, πανεπιστημιακούς, λογοτέχνες, λαϊκά στρώματα, κρυπτοδημοκρατικούς και φιλελεύθερους) στην εποχή της Παλινόρθωσης, ως μια εξαιρετικά τολμηρή πράξη ενός μικρού λαού, που εναντιώνεται σε μια από τις υπερδυνάμεις της εποχής. Ουδέποτε άλλωστε η Ελλάδα δεν είχε τόσους φίλους. Αυτή η οικουμενική συμπάθεια οδήγησε τελικά και τις κυβερνήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων να αλλάξουν την αρχικά εχθρική τους στάση και να επιφέρουν την αίσια έκβαση του Αγώνα.
Γράφετε: «Χωρίς τον αναστοχασμό του παρελθόντος δεν υπάρχει συγκροτημένο όραμα για το μέλλον». Μπορείτε να το σχολιάσετε;
Αυτό ισχύει, νομίζω, σε πολλά επίπεδα. Από την κριτική επεξεργασία του γίγνεσθαι μιας κατάστασης εξαρτάται και η πραγματοποιήσιμη προοπτική μιας ουτοπίας (με τη θετική έννοια). Ο σημερινός κόσμος έχει έλλειψη ουτοπιών. Ή, πιο απλά: Η γνώση του παρελθόντος είναι το μόνο αντίδοτο που μπορεί να περιορίζει κάπως τη βαναυσότητα του απρόοπτου. Χωρίς παρελθόν δεν υπάρχει και μέλλον. Και ο ελληνισμός έχει μεγάλο παρελθόν.
Το 1821 και το θέατρο
Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση
Walter Puchner
Εκδόσεις Όταν
σ. 530
ISBN: 978-618-84632-8-8
Τιμή: 24,00€
Βάλτερ Πούχνερ: Το σπαθί του ’21 με το προσωπείο του θεάτρου
Οι φιλανθρωπικές θεατρικές παραστάσεις από τα φιλελληνικά κοµιτάτα σε όλες τις πόλεις της Ευρώπης, οι ενθουσιώδεις εκδηλώσεις στο Βουκουρέστι, το Ιάσιο και στην Οδησσό και οι άνθρωποι του θεάτρου που πολέµησαν σκληρά στον Ιερό Λόχο. Η συναρπαστική ιστορία του Θεόδωρου Αλκαίου ο οποίος υπερασπίστηκε το «σπαθί και το προσωπείο» και η καταγγελτική επιστολή της Ευανθίας Καΐρη «Προς τα φιλελληνίδας» µε τα πρώτα ψήγµατα φεµινιστικού λόγου. Το λιµάνι της Σύρου την εποχή που έσφυζε από ιστορίες αγωνιστών, προσφύγων και πλούσιων εµπόρων της Χίου και µια θεατρική παράσταση στην Κωνσταντινούπολη που πνίγηκε στο αίµα λίγο προτού ξεσπάσει η επανάσταση. Ο Αυστριακός συγγραφέας, κριτικός και καθηγητής πανεπιστηµίου Βάλτερ Πούχνερ ξεδιπλώνει στο Documento µια άγνωστη πλευρά της Επανάστασης του 1821.
Τα φιλελληνικά κοµιτάτα υπήρχαν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και προσπαθούσαν να µεταπείσουν την κοινή γνώµη και τις κυβερνήσεις υπέρ της ελληνικής υπόθεσης. Αυτά τα κοµιτάτα οργάνωναν πολιτιστικές εκδηλώσεις και µε αυτό τον τρόπο αναπτύχθηκε µια δραµατογραφία µε υποθέσεις εµπνευσµένες από την ελληνική επανάσταση. Ήταν µια εφήµερη –και όχι πολύ αξιόλογη από λογοτεχνική άποψη– παραγωγή, η οποία εντάσσεται στο ρεύµα του ροµαντικού οριενταλισµού. Τα δραµατουργικά στοιχεία ήταν παραποιηµένα και ενταγµένα στο πλαίσιο της εποχής, απεικονίζοντας µια φανταστική πραγµατικότητα (όπως συµβαίνει και στους πίνακες του Ντελακρουά) υπό το πρίσµα του ευρωπαϊκού ροµαντισµού. Το θέµα των παραστάσεων ήταν συνδεµένο µε την πληροφόρηση που υπήρχε για τα ελληνικά γεγονότα στην Ευρώπη. Τα µηνύµατα συνηγορούσαν υπέρ της ελευθερίας και ενάντια στον οθωµανικό ζυγό. Η επιτυχία των παραστάσεων ήταν εξασφαλισµένη παρόλο που δεν παράχθηκε κάποιο αξιόλογο έργο εκείνη την εποχή. Το κεφάλαιο της φιλελληνικής δραµατογραφίας διήρκεσε έως το 1830 και στη συνέχεια εξασθένησε, όπως συνέβη και µε το ίδιο το φιλελληνικό κίνηµα όταν τελείωσε η επανάσταση και η Ελλάδα έγινε απολυταρχική µοναρχία.
Ποια ήταν η εµπλοκή του θεάτρου στην προπαρασκευαστική φάση του Αγώνα στις ελληνικές σκηνές στο Βουκουρέστι, το Ιάσιο και στην Οδησσό;
Το θέατρο διαδραµάτισε προπαρασκευαστικό ρόλο για την ψυχολογική ενδυνάµωση και τη στήριξη της ιδέας της εξέγερσης. Με την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό το 1814 δηµιουργήθηκε ένα δίκτυο το οποίο συµπεριέλαβε στις δραστηριότητές του και το θέατρο. Ερασιτεχνικές θεατρικές σκηνές δηµιουργήθηκαν από το 1817 (σε ορισµένες περιπτώσεις και λίγο πιο νωρίς) στο Βουκουρέστι, το Ιάσιο και στην Οδησσό. Στις δύο φαναριώτικες αυλές της Μολδοβλαχίας υπήρξε πλούσια καλλιτεχνική δραστηριότητα. Η Οδησσός, ένα νέο χτιστό λιµάνι στη Μαύρη Θάλασσα µε κοσµοπολιτικό χαρακτήρα, φιλοξένησε ελληνικές θεατρικές παραστάσεις οι οποίες εντάχθηκαν σε µια διεθνή θεατρική κίνηση µε ιταλική όπερα και ρωσικό θέατρο. Τα ελληνικά σχολεία που βρίσκονταν σε όλες τις πόλεις της Βαλκανικής (όπως και στη Μολδοβλαχία) και ονοµάζονταν Αυθεντικές Ακαδηµίες είχαν εντάξει στο εκπαιδευτικό τους πρόγραµµα και θεατρικές παραστάσεις. Σε πρώτη φάση ανέβαιναν σκηνές από τα οµηρικά έπη και τις αρχαίες τραγωδίες, αλλά πολύ γρήγορα άρχισαν να εντάσσονται στο ρεπερτόριο αρκετά έργα εµπνευσµένα από θέµατα της αρχαίας ιστορίας. Ο «Θεµιστοκλής εν Πέρσαις» του Πιέτρο Μεταστάσιο, ο «Τιµολέων» του Ιωάννη Ζαµπέλιου, ο «Θάνατος του ∆ηµοσθένη» του Νικόλαου Πίκκολο, το «Αρµόδιος και Αριστογείτων» του Γεώργιου Λασσάνη ήταν µερικά από τα πιο χαρακτηριστικά έργα.
Οι δηµιουργοί επικαλούνταν το αρχαίο µεγαλείο για να καταδείξουν την κατάντια του ελληνισµού και να καυτηριάσουν την πολιτική κατάσταση υπό τον οθωµανικό ζυγό. Οι παραστάσεις µετατρέπονταν γρήγορα σε πατριωτικές εκδηλώσεις και οι ανταποκρίσεις δηµοσιεύονταν στον «Λόγιο Ερµή» της Βιέννης και σε εφηµερίδες της Ευρώπης. Η κατάσταση που είχε διαµορφωθεί ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη για τους ηγεµόνες. Στο Βουκουρέστι προσπάθησαν να επιβάλουν προληπτική λογοκρισία, η οποία όµως δεν λειτούργησε στην πράξη καθώς στην επιτροπή συµµετείχαν καθηγητές οι οποίοι ήταν σχεδόν όλοι µυηµένοι στη Φιλική Εταιρεία. Η σκηνή στο Βουκουρέστι µετατράπηκε σε επαναστατικό θέατρο που καλλιεργούσε την αυτοσυνειδησία του έθνους. Τα θέµατα των παραστάσεων εµπνέονταν από την αρχαία Ελλάδα και από το µοτίβο της τυραννοκτονίας, σαν έµµεση αναφορά ότι είχε έρθει ο καιρός να αποτιναχθεί ο οθωµανικός ζυγός. Οι προκηρύξεις του Αλέξανδρου Υψηλάντη από τον Φεβρουάριο του 1821 στη Μολδοβλαχία αναφέρονταν σε µορφές της αρχαιότητας οι οποίες αποτελούσαν κεντρικά πρόσωπα έργων που είχαν ανέβει στα θέατρα της Ευρώπης. Οι παραστάσεις ήταν τόσο γνωστές που τις επικαλούνταν ο ίδιος ο αρχηγός της επανάστασης στα βόρεια Βαλκάνια για να συγκινήσει και να παρακινήσει τους συµπατριώτες του να συµµετέχουν στον Ιερό Λόχο.
Υπήρχαν άνθρωποι του θεάτρου που συµµετείχαν ενεργά στον Αγώνα;
Στον Ιερό Λόχο –διαλύθηκε τον Ιούνιο του 1821 στη µάχη του ∆ραγατσανίου– συµµετείχαν και ερασιτέχνες ηθοποιοί. Ο πρώτος χιλίαρχος του Αλέξανδρου Υψηλάντη ήταν ο δραµατουργός και οργανωτής παραστάσεων Γεώργιος Λασσάνης, ενώ στη µάχη του ∆ραγατσανίου συµµετείχε και ο Ζακυνθινός Σπυρίδων ∆ρακούλης, ο οποίος σκοτώθηκε ύστερα από σκληρή µάχη. Προς τιµήν του το 1822 στην Οδησσό ανέβηκε το έργο «Φιλοκτήτης» του Σοφοκλή σε διασκευή του Πίκολο. Ο πρωταγωνιστής του Βουκουρεστίου Κωνσταντίνος Κυριάκος Αριστίας τραυµατίστηκε βαριά στη µάχη, αλλά κατάφερε να περάσει στην Τρανσυλβανία και µέσω της Ιταλίας έφτασε στην Κέρκυρα όπου προσελήφθη στην Ιόνιο Ακαδηµία. Από το 1824 έως το 1826 ανέβασε αρκετές ιταλικές τραγωδίες σε νεοελληνική µετάφραση µε µαθητές του σχολείου. Οταν επέστρεψε στο Βουκουρέστι υπήρξε από τους συνιδρυτές του ρουµανικού Εθνικού Θεάτρου. Στα Βαλκάνια αρκετοί Ελληνες είχαν συµµετοχή στην ίδρυση εθνικών θεάτρων, καθώς η ελληνική γλώσσα κυριαρχούσε στα ανατολικά Βαλκάνια ανάµεσα στον κόσµο του εµπορίου και της µόρφωσης.
Μια από τις ιστορίες που οδήγησαν στη γέννηση του πατριωτικού δράµατος ήταν αυτή του Θεόδωρου Αλκαίου, ο οποίος εµπνεύστηκε το πρώτο του έργο από την καταστροφή των Ψαρών.
Το 1824 ο Θεόδωρος Αλκαίος τραυµατίστηκε στα Ψαρά και κολύµπησε µέχρι τη Χίο. Στη συνέχεια έγραψε ένα εκτενές ποίηµα στο οποίο διηγήθηκε µε κάθε λεπτοµέρεια τα στρατιωτικά γεγονότα που οδήγησαν στην κατάληψη του µαρτυρικού νησιού. Με βάση αυτό το ποίηµα γράφτηκε και το θεατρικό έργο «Η άλωσις των Ψαρών», το οποίο αποτελεί ένα από τα πρώτα δείγµατα πατριωτικού δράµατος. Το 1829 ο Θεόδωρος Αλκαίος ίδρυσε ένα ερασιτεχνικό θέατρο στην Ερµούπολη συνεχίζοντας το προεπαναστατικό ρεπερτόριο και ανεβάζοντας και δικά του έργα. Το κοινό αποτελούνταν από αγωνιστές και πρόσφυγες που είχαν συρρεύσει στο λιµάνι της Σύρου, το οποίο για τους Τούρκους αποτελούσε ουδέτερη ζώνη. Εκεί έφταναν άνθρωποι από όλα τα µέρη της Ελλάδας και πλούσιοι έµποροι από τη Χίο που είχαν επιβιώσει από τις καταστροφές του 1822. Σε µια παράσταση ο Αλκαίος αναφέρθηκε υπαινικτικά ενάντια στους Χιώτες, οι οποίοι τον κατήγγειλαν στην αστυνοµία και τελικά καταδικάστηκε µε την κατηγορία ότι ένας άνθρωπος του θεάτρου δεν µπορεί να είναι ταυτόχρονα και αξιωµατικός του ελληνικού στρατού. Ο Αλκαίος φυλακίστηκε στην Αίγινα και από εκεί έγραψε µια πύρινη απολογία προς τον Καποδίστρια υποστηρίζοντας ότι το θέατρο είναι ένα από τα πιο σηµαντικά στοιχεία του πολιτισµού, πολύτιµο µέσο διδαχής και εκπαίδευσης. Η επιχειρηµατολογία του Αλκαίου –δεν είναι ασύµβατο το σπαθί µε το προσωπείο του θεάτρου– υποστήριζε µε θέρµη την κουλτούρα του ευρωπαϊκού ∆ιαφωτισµού.
Στο βιβλίο σας αναφέρεστε και σε µια λιγότερη γνωστή ιστορία, µια «κρυφή» παράσταση στην Κωνσταντινούπολη.
Τον χειµώνα του 1820 ο Κεφαλονίτης ζωγράφος Γεράσιµος Πιτζαµάνος οργάνωσε σε µια νοικιασµένη αίθουσα στο Πέραν την κρυφή θεατρική παράσταση «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» του Ι. Ζαµπέλιου. Οι Τούρκοι διέλυσαν την εκδήλωση και ηθοποιοί και θεατές κατόρθωσαν να διαφύγουν την τελευταία στιγµή, αλλά ο ιδιοκτήτης της αίθουσας, ένας φαρµακοποιός από το Πέραν, αποκεφαλίστηκε µπροστά στο µαγαζί του. Ο Γεράσιµος Πιτζαµάνος κατέφυγε στην αγγλική πρεσβεία και εκεί συνάντησε έναν ταξιδιώτη ο οποίος κατέγραψε τη διήγησή του, η οποία ήρθε στο φως µόλις πριν από µερικά χρόνια.
Υπήρξε ελληνική δραµατουργία µε θέµα το 1821;
Σε αυτό το σηµείο αξίζει να αναφερθούµε σε ακόµη ένα σηµαντικό πρόσωπο. Η Ελληνίδα λόγια Ευανθία Καΐρη έγραψε το 1825 µια επιστολή από την Ερµούπολη «Προς τας φιλελληνίδας» (θα µπορούσαµε να πούµε ότι επρόκειτο για µια πρώιµη φεµινιστική πράξη), στην οποία έκανε έκκληση να γίνουν προσπάθειες από τις φιλελληνίδες να επηρεάσουν τα πράγµατα υπέρ της Ελληνικής Επανάστασης. Με τα επιχειρήµατά της καταδίκασε τη Γαλλία, καθώς αρκετοί αξιωµατικοί υπηρετούσαν στον αιγυπτιακό στρατό που έδινε βοήθεια στους Τούρκους. Στην επιστολή που δηµοσιεύτηκε ανώνυµα στην Υδρα το 1825 ανέπτυξε µια καταπληκτική πολιτική ρητορεία για την προδοσία της Ευρώπης. Το 1826 (τρεις µήνες µετά την έξοδο του Μεσολογγίου) έγραψε ανώνυµα τον «Νικήρατο», το πρώτο πατριωτικό δράµα αφιερωµένο στην επανάσταση, εντυπωσιασµένη από τις διηγήσεις των προσφύγων στο λιµάνι της Ερµούπολης. Πέρα από τα πολεµικά γεγονότα, στο έργο αναπτύσσεται και ένα οικογενειακό δράµα το οποίο θέτει το δίληµµα ανάµεσα στο πατριωτικό καθήκον και το συναίσθηµα. Αυτό το έργο είναι γραµµένο σε απλή καθαρεύουσα (σε αντίθεση µε τα έργα του Παναγιώτη Σούτσου που χαρακτηρίζονται από ποιητική επιδεξιότητα και στιχουργική επιδειξιµανία) και σήµερα θα το χαρακτηρίζαµε θέατρο-ντοκουµέντο, καθώς περιλαµβάνει µεγάλη ακρίβεια στις τοποθεσίες και τις περιγραφές της στρατιωτικής κατάστασης. Τα πατριωτικά δράµατα από το 1830 και µετά µετατράπηκαν σε ιστορικά ποιητικά δράµατα µε θέµα το 1821 και έδιναν µεγαλύτερη έµφαση στην αισθητική πλευρά και τη γλωσσική επιδεξιότητα. Ήταν γραµµένα από µια γενιά ποιητών της πρώτης αθηναϊκής σχολής, η οποία δεν είχε πια την εµπειρία του Αγώνα.
INF0
Το βιβλίο «Το 1821 και το θέατρο. Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση» του Βάλτερ Πούχνερ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΟΤΑΝ