Description
Το καλοκαίρι στην Αθήνα η πόλη μεταμορφώνεται. Οι δρόμοι της ζωντανεύουν από βόλτες, γέλια και μυρωδιές γιασεμιού που θυμίζουν μια παλιά, πιο ρομαντική εποχή. Στις γειτονιές, οι νέοι περπατούν ανέμελοι, οι ηλικιωμένοι αναπολούν παλιές αναμνήσεις, και όλοι αναζητούν τη δική τους θέση στη ζωή. Από τις πολύβουες πλατείες μέχρι τις ήσυχες λαϊκές αγορές, η καθημερινότητα κυλά αδιάκοπα, μέχρι να σπάσει η ζέστη με τις πρώτες στάλες βροχής.
Η πόλη, που δεν κοιμάται ποτέ, ξαναγεννιέται με κάθε αλλαγή, προσφέροντας στιγμές χαράς και νοσταλγίας σε όσους αναζητούν ομορφιά και ελπίδα στις απλές, καθημερινές της γωνιές. Η Αθήνα αυτή δεν είναι απλώς ένας αστικός χώρος – είναι μια πόλη που συνδέει το παλιό με το νέο, γεμάτη από ανθρώπους που παλεύουν, ονειρεύονται και ελπίζουν για το μέλλον.
Ένα νοσταλγικό, αλλά και ζωντανό πορτρέτο μιας πόλης που συνεχώς εξελίσσεται, όπως και οι κάτοικοί της.
27 συγγραφείς γράφουν για την αγαπημένη πόλη
Επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης
Συμμετέχουν οι συγγραφείς:
Αζαριάδης Γρηγόρης, Αθανασίου Έρικα, Ανδρέου Χριστίνα, Αρωνιάδα Πόπη, Βαρβαρήγος Δημήτρης, Βοϊκλής Γιώργος, Δενδρινός Γεράσιμος, Ζαχαριάδου Κατερίνα, Ιντζέμπελης Ελπιδοφόρος, Ιντζέμπελη Κατερίνα, Κατσαλίδας Νίκος, Κοντονή Άννα, Κρητικός Μάρκος, Μίλεσης Στέφανος, Μπούρας Κωνσταντίνος, Πανούσης Γιάννης, Παπαδάτος Σ. Γιάννης , Παπαδημητρίου – Σαμοθράκη Μάγδα, Σακελλίου Λιάνα, Σαρακηνού Ντίνα , Σκιαθάς Αντώνης, Στοφόρος Κώστας, Τσίτας Μάκης, Τότσκα Λίτσα, Τσοκώνα Ιώ, Φιλίππου Φίλιππος, Χαριάτης Άγγελος
Το καλοκαίρι στην Αθήνα η πόλη μεταμορφώνεται. Οι δρόμοι της ζωντανεύουν από βόλτες, γέλια και μυρωδιές γιασεμιού που θυμίζουν μια παλιά, πιο ρομαντική εποχή. Στις γειτονιές, οι νέοι περπατούν ανέμελοι, οι ηλικιωμένοι αναπολούν παλιές αναμνήσεις, και όλοι αναζητούν τη δική τους θέση στη ζωή. Από τις πολύβουες πλατείες μέχρι τις ήσυχες λαϊκές αγορές, η καθημερινότητα κυλά αδιάκοπα, μέχρι να σπάσει η ζέστη με τις πρώτες στάλες βροχής.
Η πόλη, που δεν κοιμάται ποτέ, ξαναγεννιέται με κάθε αλλαγή, προσφέροντας στιγμές χαράς και νοσταλγίας σε όσους αναζητούν ομορφιά και ελπίδα στις απλές, καθημερινές της γωνιές. Η Αθήνα αυτή δεν είναι απλώς ένας αστικός χώρος – είναι μια πόλη που συνδέει το παλιό με το νέο, γεμάτη από ανθρώπους που παλεύουν, ονειρεύονται και ελπίζουν για το μέλλον.
Ένα νοσταλγικό, αλλά και ζωντανό πορτρέτο μιας πόλης που συνεχώς εξελίσσεται, όπως και οι κάτοικοί της.
ISBN: 978-618-5563-71-4
ΣΕΛΙΔΕΣ: 176, ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ: 14cm Χ 21cm
ΛΙΑΝΙΚΗ ΤΙΜΗ: Ευρώ 12.00 με Φ.Π.Α.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ : Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης
Ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης κατάγεται από τη Λέσβο και γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε τις επιστήμες της Παιδαγωγικής και της Θεολογίας. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Μπέρμιγχαμ και μετεκπαιδεύτηκε στο Μόναχο. Εργάστηκε ως δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση επί μια τριακονταετία. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων και έχει δημοσιεύσει αρκετά διηγήματα, δοκίμια, ποιήματα, κριτικές βιβλίων και συνεντεύξεις με συγγραφείς σε διάφορα βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά. Πρόσφατα βιβλία του είναι: «Οι σημειώσεις του φαροφύλακα», το γκράφικ νόβελ «Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή, ο σπουδαίος Έλληνας μαθηματικός». Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αλβανικά, στα Γερμανικά και στα Ισπανικά. Από το 2002 ζει στο Μενίδι Αιτωλοακαρνανίας.
Περίπατοι σε μια πολύμορφη πόλη
Με τη συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Αθήνα»
των εκδόσεων «ΟΤΑΝ».
γράφει ο Γιώργος Βοϊκλής
Οι θεματικές συλλογές διηγημάτων με τη συμμετοχή πολλών συγγραφέων θα λέγαμε ότι είναι πλέον ένας νέος θεσμός στα εκδοτικά μας πράγματα. Στην πιο πρόσφατη με τίτλο «Αθήνα»
την εκδόσεων ΟΤΑΝ, με επιμελητή τον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη, συμμετέχουμε με διηγήματά μας είκοσι επτά συγγραφείς, δεκαέξι άνδρες και ένδεκα γυναίκες.
Ηλικιακά, καλύπτουμε όλη την κλίμακα, από τον μεγαλύτερο, εμένα, που γεννήθηκα το 1945, μέχρι τη μικρότερη, την Κατερίνα Ιντζέμπελη, που γεννήθηκε το 1999.
Αντίστοιχη χρονολογικά είναι και η εικόνα της Αθήνας όπως αποτυπώνεται στα διηγήματά μας, τα οποία θα μπορούσαν να ταξινομηθούν αρχικά σε δυο ενότητες: Αυτά που μιλάνε για την
Αθήνα, κι αυτά που καταγράφουν γεγονότα που –υποτίθεται ότι- έγιναν στην Αθήνα. Για την Αθήνα, λοιπόν και Στην Αθήνα. Της δεύτερης ενότητας, βέβαια, που είναι και τα περισσότερα,
παρουσιάζονται τόσο το περιβάλλον της πόλης, όσο και η ανθρωπογεωγραφία της, τα αισθήματα, οι σκέψεις και γενικά η ψυχοσύνθεση των κατοίκων της.
Η εικόνα της πόλης που προκύπτει μέσα από το κάθε διήγημα της συλλογής, βέβαια, είναι διαφορετική. Όχι μόνο γιατί το καθένα αποτυπώνει την εικόνα της την εποχή στην οποία
αναφέρεται ο κάθε συγγραφέας, αλλά και γιατί όλα σχεδόν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αναφέρονται σε περιοχές ή ακόμη και σε γειτονιές της πόλης. Που σημαίνει ότι το καθένα ξεχωριστά
είναι κομμάτι ενός πάζλ. Όλα μαζί συνθέτουν την εικόνα μιας πολύμορφης πόλης που βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη.
Στα διηγήματα για την Αθήνα, που είναι, όπως παρατήρησα, αυτά των πιο ηλικιωμένων συγγραφέων, διέκρινα μια πιο ρομαντική – νοσταλγική διάθεση, ενώ σ’ αυτά της δεύτερης
κατηγορίας υπάρχει πιο έντονος ρεαλισμός.
Υπάρχουν, όμως και κάποια που θα έλεγα ότι τα χαρακτηρίζει «υπερβατική φαντασία». Όπως, για παράδειγμα, το διήγημα με τίτλο «Συγκίνηση» της Ντίνας Σαρακινού (σελ. 129-133) στο
οποίο η θεά Αθηνά γδύνεται μέσα στο ναό της Μητρόπολης προκαλώντας σεισμό.
Αλλά και το διήγημα με τίτλο «Μπροστά στην κάρα του Βαγγέλη Ζάππα. Ονειροπολώντας» του Νίκου Κατσαλίδα (σελ. 73-78), στο οποίο ζωντανεύει το άγαλμα του ενός από τους δυο
αδερφούς εθνικούς ευεργέτες και συνομιλεί με τον συγγραφέα. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, όχι όμως με την αλφαβητική σειρά των επωνύμων των συγγραφέων, όπως είναι
στο βιβλίο, αλλά με την ταξινόμηση που επιχείρησα λίγο πριν. Θα ξεκινήσω «ευλογώντας τα γένια μου», με την πιο μακρινή εικόνα, αυτήν του 1959, που περιγράφω στο διήγημά μου με
τίτλο «Η συμμορία του μεσημεριού» (σελ. 43-48), όπου καταγράφω «τις σκανταλιές» των «Γαβριάδων» («μικροί σε μαγαζιά, λούστροι, μικροπωλητές, κουλουράδες κ.ά.»), στις
οποίες επιδιδόμασταν στο κέντρο της Αθήνας κάθε μεσημέρι,από τη μιάμιση μέχρι τις πέντε, που ήταν κλειστά τα μαγαζιά.
Τις εικόνες απ’ το κέντρο της Αθήνας συμπληρώνει με τις παιδικές και εφηβικές αναμνήσεις του απ’ τον Κολωνό της 10ετίας του 1960 ο Γιάννης Πανούσης στο διήγημά του με τίτλο
«Λόφος Σκουζέ – Κολωνός: πορεία ζωής» (σελ. 107-111) που παρέμεινε, όπως γράφει, «ένα παιδί της αλάνας». Τις αναμνήσεις απ’ τα παιδικά του χρόνια στην περιοχή των
«εκτός σχεδίου» αυθαίρετων του Περιστερίου, στο Λόφο Αξιωματικών, καταγράφει και ο Αντώνης Δ, Σκιαδάς στο διήγημά του με τίτλο «Εκδρομή στο «Μινιόν» (Σελ.135-139).
Μια επίσκεψη με την οικογένειά του στην Ακρόπολη τον Μάρτιο του 1968, θυμάται ο 13χρονος τότε Γεράσιμος Δενδρινός στο διήγημά του με τίτλο «Η θέα από ψηλά», (σελ.49-53), όταν η γιαγιά του παρομοίασε τον Παρθενώνα με τους τουρίστες γύρω του, σαν μια «σιτεμένη» φίλη της που συνοδεύονταν από έναν νεαρό.
Υπάρχει, όμως και μια παλιότερη εικόνα, αυτή της πρώτης 10ετίας του 20 ου αι. όπως την είδε η γεννημένη στη Φλωρεντία υπέργηρη κυρία στο διήγημα του Δημήτρη Βαρβαρήγου με
τίτλο «Αθήνα, η πόλη των θεών, των ημιθέων, των ανθρώπων»(σελ. 37-41).
Τέλος, στην Αθήνα της 10ετίας του 1970 μας μεταφέρει η Μάγδα Παπαδημητρίου – Σαμοθράκη στο διήγημά της με τίτλο « Η γειτονιά μου στα Εξάρχεια» (σελ. 119-122). «Το 1973»
γράφει «έζησα στην ηλικία των δέκα χρόνων, τη βραδιά του Πολυτεχνείου απ’ το μπαλκόνι του σπιτιού μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη νύχτα […] Άκουγα ουρλιαχτά, τους φοιτητές να
κυνηγιούνται στα σοκάκια των Εξαρχείων, το τανκ που έσπαγε την πόρτα του πνευματικού ιδρύματος» Και συνεχίζει: «Για μένα αυτή είναι η Αθήνα, η Αθήνα των νεανικών μου χρόνων που η
αμφισβήτηση, η μουσική και η λογοτεχνία κυλούσαν στους δρόμους της. Η Αθήνα που όσο κι αν διαβρωθεί, όσο κι αν γεμίσει διαμερίσματα Airbnb, θα κρατήσει σφιχτά τις μνήμες, τα
αρώματα, τους ανθρώπους της».
Στη βραδιά του Πολυτεχνείου αναφέρεται και το διήγημα της Λιάνας Σακελλίου με τίτλο «Το χρονικό μιας αντιηρωικής μέρας: Αθήνα, Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973». (σελ. 123-128).
Τα τραγικά γεγονότα εκείνης της βραδιάς καταγράφει στο ημερολόγιό του, ώρα με την ώρα, ένα κορίτσι «που δεν είναι ακόμη φοιτήτρια».
Στη δεκαετία του 1980 και στις προσφυγικές συνοικίες του Βύρωνα και της Καισαριανής μας μεταφέρει η Ιώ Τσακώνα στο διήγημά της με τίτλο «Γιατί η Αθήνα», (σελ. 157-162) όπου
διαβάζουμε: «Είχε λατρέψει την Αθήνα από την πρώτη στιγμή.Το όνομά της ήταν στο μυαλό της συνώνυμο της ελευθερίας. Γι’ αυτό δεν ευθύνονταν μόνο τα δεκαεπτά και μισό χρόνια της, αλλά
και όλη η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του ’81 που υπόσχονταν πολλά». Και μας περιγράφει αυτή την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα».Δεν θα μπορούσε να λείπει, βέβαια, από αυτή τη συλλογή ο
έρωτας.
Έναν ανεκπλήρωτο έρωτα εξιστορεί, με συνοδεία τραγουδιών του Στέλιου Καζαντζίδη, περιδιαβαίνοντας τα στενά των Εξαρχείων ο Κώστας Στοφόρος στο διήγημά του με τίτλο
«Υπάρχω» (σελ. 141-145). Το διήγημα τελειώνει με τη φράση: «Όσο για τον έρωτα… Ήξερε πως δεν θα θεραπευόταν ποτέ! Η Άννα ήταν αρχή και φινάλε!»/Την ανάμνηση ενός ανεκπλήρωτου έρωτα έφερε στο του και οήρωας του διηγήματος του Φίλιππου Φιλίππου με τίτλο «Κάποτε στην Ομόνοια» (σελ. 163-167) όταν είδε ένα μελαχρινό κορίτσιπου έμοιαζε σε μια παλιά αγαπημένη, που τον είχε εγκαταλείψει ξαφνικά, χρόνια πριν, αφήνοντάς του ως ενθύμιο μια φωτογραφία της μπροστά στο φαρμακείο του Μπακάκου.
Τέλος, στο διήγημα του Άγγελου Χαριάτη με τίτλο «Στον αφαλό του κόσμου» (σελ. 169-173), στο Μοναστηράκι και στο Θησείο ανθίζει ο έρωτας του νεαρού, προφανώς, ήρωά του, «με την
όμορφη Κενυάτισσα που γνώρισε χθες το βράδυ στην Κυψέλη». Χαρακτηριστικός είναι ο μεταξύ τους διάλογός:«-You are beautiful, της λέει.Εκείνη χαμογελάει.-Like Athens αποκρίνεται, την ώρα που εκείνος νιώθει να τυλίγεται με ένα αίσθημα αγαλλίασης».
Και συνεχίζουμε για τη σύγχρονη Αθήνα.
Στο λαβύρινθο της πόλης Την πληρέστερη εικόνα της «γεωγραφίας» της σύγχρονης πόλης μας δίνει ο Κωνσταντίνος Μπούρας καταγράφοντας στο διήγημά του με τίτλο «Περιπατητής στη σύγχρονη Αθήνα» (σελ.101-106) την καθημερινή δαιδαλώδη πεζοπορική διαδρομή του-για να προλάβει την ασθένεια του διαβήτη- από τα Εξάρχεια στον Κεραμικό «μετ’ επιστροφής», από άλλη διαδρομή. Για να καταλήξει σε μια διαπίστωση που θα ταίριαζε σε όλους εμάς τους άνω των εξήντα: «Με τα χρόνια η ιδεαλιστική θεώρηση των πάντων δίνει τη θέση της σε μια νοσταλγική συγκατάβαση, ο ενθουσιασμός στη συνήθη χαρμολύπη, οι υψιπετείς βλέψεις σε καθημερινώς ελεγχόμενες εμπνεύσεις».
Στα πρόθυρα της κατάθλιψης .Τη δυστοπική εικόνα του κέντρου της σύγχρονης Αθήνας καταγράφει ο Γρηγόρης Αζαριάδης στο πρώτο διήγημα της συλλογής με τίτλο «Αθήνα, μαγική πόλη μεταλλαγμένη» (σελ.13-17). Περπατώντας στην πλατεία Συντάγματος, γράφει:«αισθάνομαι λίγο περίεργα, λες και βρίσκομαι σε άλλη χώρα, λες και ο τουρίστας είμαι εγώ και αυτοί που εγώ λέω τουρίστες έχουνκαταλάβει τη χώρα μου». Μια εφιαλτική εικόνα της Αθήνας στο «ξερονήσι μεταξύ Πατησίων, Λιοσίων και Μοναστηράκι», μια περιοχή που «δεν διαθέτουμε πλατείες με αγάλματα και προτομές γραμμένα με σπρέυ, ούτε φαρδιά πεζοδρόμια και παιδικές χαρές», καταγράφει η Πόπη Αρωνιάδα στο διήγημά της με τίτλο «Νησί στο κέντρο της Αθήνας» (σελ. 31-36).
Μια διαδρομή με το μηχανάκι μέχρι το νοσοκομείο του Ευαγγελισμού σε μια ασφυκτική Αθήνα καταγράφει η Κατερίνα Ζαχαριάδου στο διήγημά της με τίτλο «Εικόνες της σύγχρονης
Αθήνας» (σελ. 55-60), για να καταλήξει στο συμπέρασμα: «Όλα τα έχουμε συνηθίσει, όλα τα έχουμε αποδεχθεί ως μοιραία.Αναπόφευκτα. Ανυπέρβλητα»Τις τελευταίες μέρες της ζωής ενός μοναχικού ηλικιωμένου σεμια γειτονιά της Αθήνας περιγράφει η Χριστίνα Ανδρέου στο διήγημά της με τίτλο «Όσα παίρνει ο Αύγουστος» (σελ. 25-30).Το «δράμα» της απώλειας μιας εφήμερης διασημότητας που απέκτησε παίζοντας σε ριάλιτι της τηλεόρασης, βιώνει ο μοναχικός κάτοικος μιας παρόδου της οδού Πατησίων, στο διήγημα της Έρικας Αθανασίου με τίτλο «Διάσημοι και άσημοι»(σελ. 19-23).Ψήγματα ελπίδαςΣτην περιοχή της Μητρόπολης, στη διαδρομή από το Σύνταγμαμέχρι το Μοναστηράκι κάνει τον πρώτο της περίπατο μετά την έξοδό της από το νοσοκομείο η ηρωίδα του διηγήματος της Λίτσας Τότσκα με τίτλο «Η πρώτη βόλτα» (σελ. 151-155), αναζητώντας ένα παραδοσιακό καφενείο, που ήταν παλιότερα το στέκι της. Το βρήκε, ήπιε τον καφέ της, αλλά δεν αναποδογύρισε το φλιτζάνι στο πιατάκι, όπως συνήθιζε. Τώρα πια «είχε μάθει να διαβάζει τα σημάδια. Αυτή τη φορά θα χάρασσε την πορεία της χωρίς συμβουλές και περιττά βάρη».
Τις απελπισμένες προσπάθειες ενός ηλικιωμένου άστεγου να επιβιώσει στους δρόμους της Αθήνας καταγράφει ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης στο διήγημά του με τίτλο «Ο Λεωνίδας» (σελ. 61-65), το οποίο καταλήγει σε «χάπι εντ»:Λόγω της βοήθειας που του πρόσφερε μια κοπέλα μετά από ένα ατύχημά του, «έδωσε μια υπόσχεση στον εαυτό του: ότι θα επιστρέψει πάλι στην κανονικότητα». Έναν άστεγο συναντάει και η Κατερίνα Ιντζέμπελη, στο διήγημά της με τίτλο «Στις αυλές της Αθήνας» (σελ. 67-71) και συζητάει μαζί του για την ταινία «Ο κύκλος των χαμένων
ποιητών», μετά την παρακολούθηση της προβολής της σε ένανσυνοικιακό θερινό κινηματογράφο.
Οικολογικά
Με τον φανταστικό μονόλογο μιας γάτας μας μιλάει για τηνευτυχία που νιώθεις ζώντας στις υπώρειες του Υμηττού ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος στο διήγημά του με τίτλο «Το φως που
έσβησε» (σελ. 113-117). Το όνειρο μιας οικολογικής Αθήνας που βλέπει στον ύπνο του ένας ηλικιωμένος την ώρα που κοιμάται στον καναπέ του σαλονιού του, κάπου στη Χαριλάου Τρικούπη, καταγράφει η Άννα Κοντονή στο διήγημά της με τίτλο «Ο Δόκτορας» (σελ.79-83).Στο Κολωνάκι. Το μόνο ευτράπελο κείμενο της συλλογής είναι το μικρό διήγημα του Μάκη Τσίτα με τίτλο «Συνέβη στο Κολωνάκι» (σελ. 147-150), στο οποίο καταγράφει το εξής περιστατικό: Την ώρα που ένα, αριστοκρατικό θα μπορούσε να πει κανείς,ζευγάρι πίνει τον καφέ του στο Da Kapo της πλατείας Κολωνακίου, κάποιος φωνάζει τρείς φορές:«Έξω οι βλάχοι απ’ την Αθήνα!».-Τι είπε αυτός ο τρελός; Με ρώτησε -Ένα παλιό σύνθημα των Εξαρχείων, πάντα επίκαιρο, της
απάντησα. -Τι λες βρε Πατρινή σκατόφατσα; Φώναξε. Μας το παίζεις και γκάγκαρος τώρα; -Τι λες μωρή τσοπάνισσα; Φώναξα κι εγώ και της άστραψα ένα χαστούκι ξεγυρισμένο.
Έφυγε και δεν την ξαναείδα».
Αισιόδοξο μήνυμα:
Στο διήγημα του Στέφανου Μίλεση με τίτλο «Lacrimae Rerum» (σελ. 91-99), για να ξεφύγει απ’ τη δυστυχία τη μοναξιάς που βιώνει από καιρό, ο Λύσανδρος, «που ζούσε μόνος του σε μια
αρκετά μεγάλη μονοκατοικία, στην οδό Σκύρου στην Κυψέλη»,αποφάσισε να φιλοξενήσει στους χώρους της μια πολυμελήοικογένεια προσφύγων από την Αφρική. Κι ενώ ως τότε «ο περίεργος παρατηρητής της καθημερινότητας του Λύσανδρου, είναι αλήθεια πως δεν θα μπορούσε να βρει τίποτα το περιπετειώδες, τίποτα το έντονο στη ζωή του», μετά από αυτό «δεν θα κατάφερνε να βρει τίποτα το ανιαρό, τίποτα το μη ουσιώδες στη ζωή του».
Ο διάλογος
Τελειώνοντας, δεν θα μπορούσα να παραλείψω, έναν διάλογο από το διήγημα του Μάρκου Κρητικού με τίτλο «Καλύτερα μια κόλαση που ξέρεις» (σελ. 85-89):«-Δεν αντέχεται πάλι σήμερα η Αθήνα… Σκέτη κόλαση! Μουρμουρίζει και περιμένει μια απάντηση.-Καλύτερα μια κόλαση που ξέρεις, παρά έναν παράδεισο που δεν ξέρεις. -Πες το ψέματα. Ένα θλιμμένο χαμόγελο σκάει στα ξερά του χείλη».
Επίλογος
Εν κατακλείδι, τα είκοσι επτά διηγήματα της συλλογής θα μπορούσαν να διαβαστούν ως ένα συναρπαστικό σπονδυλωτό –πολυεστιακό μυθιστόρημα για την τραγωδία που βιώνει η
Αθήνα, πριν εμφανιστεί –αν θα εμφανιστεί- ο «από μηχανής θεός» που θα την οδηγήσει στην κάθαρση.
«Από τον Κολωνό μέχρι τα Εξάρχεια. Και από τη Λιοσίων μέχρι τον προσφυγικό Βύρωνα»
Γράφει η Πένυ Χριστοπούλου //
«Αθήνα, 27 συγγραφείς γράφουν για την αγαπημένη πόλη», επιμέλεια: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελη, εκδ. Όταν
Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΟΤΑΝ ο συλλογικός τόμος Αθήνα, 27 συγγραφείς γράφουν για την αγαπημένη πόλη, σε επιμέλεια του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη. Τα διηγήματα είχαν πρωτοδημοσιευθεί στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος το καλοκαίρι του 2024, στο πλαίσιο αφιερώματος με θέμα την πόλη.
Η αλήθεια είναι πως η πόλη της Αθήνας αποτελεί αγαπημένο αφηγηματικό τόπο των Ελλήνων συγγραφέων. Ξεκινώντας από τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τον Θεοτοκά μέχρι τον Ταχτσή, τον Γιάννη Μαρή και τον Χρήστο Βακαλόπουλο. Σίγουρα με την άνοδο του αστυνομικού και του κοινωνικού μυθιστορήματος, σε σύμπραξη με το άτυπο είδος του «αστικού», η Αθήνα, μέσα από το συγγραφικό φιλτράρισμα γίνεται κεντρικός τόπος δράσης στα έργα των σύγχρονων λογοτεχνών από τη δεκαετία του ‘80 μέχρι και σήμερα.
Η ανθολογία αυτή έρχεται να συμπληρώσει ένα κενό (κενό συλλογικότητας, αν μου επιτρέπεται ο όρος). Μια συνεργασία σύγχρονων Ελλήνων λογοτεχνών έχοντας ως κοινό θέμα την Αθήνα. Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον η οπτική των συγγραφέων μιας και προέρχονται από διαφορετικές συγγραφικές «γενιές» αλλά και διαφορετικά λογοτεχνικά είδη και υποείδη.
Ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή, έστω και σε αυτή την εκδοχή της μικρής φόρμας, με τη γραφή των συμμετεχόντων, διαπιστώνοντας και τη διαφορετική ματιά, αλλά και τις διαφορετικές τεχνικές. Και αυτός ο πλουραλισμός μόνο χρήσιμος μπορεί να είναι. Η γραφή παίρνει διάφορες μορφές. Γρήγορη, στακάτη, πιο αργή, με περισσότερα λογοτεχνικά στολίδια, αργή και επιβλητική, παιγνιώδης και χιουμοριστική.
Το στήσιμο των ιστοριών, όπως είναι αναμενόμενο, διαφέρει. Από τον χρόνο μέχρι τους επιμέρους υποτόπους. Από τον Κολωνό μέχρι τα Εξάρχεια. Και από τη Λιοσίων μέχρι τον προσφυγικό Βύρωνα. Άλλοτε οι ήρωες των ιστοριών είναι παιδιά, άλλοτε μεσήλικες, άλλοτε ηλικιωμένοι. Στέκια με μουσικούς, πλανόδιοι, μετανάστες, πρόσφυγες, άστεγοι και εργαζόμενοι. Γιορτές και λύπες. Ελπίδες και ματαιώσεις. Αναμνήσεις του χθες και η σκληρή πραγματικότητα του σήμερα.
Μεταφέρω από το οπισθόφυλλο:
27 συγγραφείς γράφουν για την αγαπημένη πόλη. Το καλοκαίρι στην Αθήνα η πόλη μεταμορφώνεται. Οι δρόμοι της ζωντανεύουν από βόλτες, γέλια και μυρωδιές γιασεμιού που θυμίζουν μια παλιά, πιο ρομαντική εποχή. Στις γειτονιές, οι νέοι περπατούν ανέμελοι, οι ηλικιωμένοι αναπολούν παλιές αναμνήσεις, και όλοι αναζητούν τη δική τους θέση στη ζωή. Από τις πολύβουες πλατείες μέχρι τις ήσυχες λαϊκές αγορές, η καθημερινότητα κυλά αδιάκοπα, μέχρι να σπάσει η ζέστη με τις πρώτες στάλες βροχής. Η πόλη, που δεν κοιμάται ποτέ, ξαναγεννιέται με κάθε αλλαγή, προσφέροντας στιγμές χαράς και νοσταλγίας σε όσους αναζητούν ομορφιά και ελπίδα στις απλές, καθημερινές της γωνιές. Η Αθήνα αυτή δεν είναι απλώς ένας αστικός χώρος – είναι μια πόλη που συνδέει το παλιό με το νέο, γεμάτη από ανθρώπους που παλεύουν, ονειρεύονται και ελπίζουν για το μέλλον. Ένα νοσταλγικό, αλλά και ζωντανό πορτρέτο μιας πόλης που συνεχώς εξελίσσεται, όπως και οι κάτοικοί της.
Στο συλλογικό τόμο Αθήνα, 27 συγγραφείς γράφουν για την αγαπημένη πόλη, έγραψαν οι συγγραφείς (με αλφαβητική σειρά):
Αζαριάδης Γρηγόρης, Αθανασίου Έρικα ,Ανδρέου Χριστίνα ,Αρωνιάδα Πόπη, Βαρβαρήγος Δημήτρης, Βοϊκλής Γιώργος, Δενδρινός Γεράσιμος, Ζαχαριάδου Κατερίνα, Ιντζέμπελης Ελπιδοφόρος, Ιντζέμπελη Κατερίνα, Κατσαλίδας Νίκος, Κοντονή Άννα, Κρητικός Μάρκος, Μίλεσης Στέφανος, Μπούρας Κωνσταντίνος, Πανούσης Γιάννης, Παπαδάτος Σ. Γιάννης, Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη Μάγδα, Σακελλίου Λιάνα, Σαρακηνού Ντίνα, Σκιαθάς Αντώνης, Στοφόρος Κώστας, Τσίτας Μάκης, Τότσκα Λίτσα, Τσοκώνα Ιώ, Φιλίππου Φίλιππος, Χαριάτης Άγγελος.